Ο άνθρωπος που δεν έλεγε ποτέ «εγώ»

Υπάρχει μία λεπτή γραμμή που διαχωρίζει τους καλούς αθλητικούς παράγοντες από τους κορυφαίους. Η δεύτερη περίπτωση είναι οι –μετρημένοι στα δάχτυλα– άνθρωποι που άφησαν πίσω τους μία τεράστια κληρονομιά στους φιλάθλους, που αφιέρωσαν όλο τους τον βίο στην πρόοδο του ελληνικού αθλητισμού· είναι εκείνοι που προτού εγκαταλείψουν την ενεργό δράση εξασφάλισαν στους διαδόχους τους όλα τα εχέγγυα για να συνεχιστεί (ακόμα και να ξεπεραστεί) το δικό τους έργο. Όσον αφορά την περίπτωση του Παναθηναϊκού, ο Απόστολος Νικολαΐδης βρίσκεται στην κορυφή της ιεραρχίας, μαζί –φυσικά– με τον ιδρυτή Γιώργο Καλαφάτη και με τους Παύλο και Θανάση Γιαννακόπουλο.

Δίχως αμφιβολία, από το 1920 έως το 1980, ο Σύλλογος Μεγάλος γιγαντώθηκε χάρη στον Νικολαΐδη. Όμως η παρουσία του δεν σκέπαζε μόνο το Τριφύλλι, αλλά σύσσωμο τον ελληνική αθλητισμό. Προσέφερε στα σπορ τόσο πολλά, όσο ουδείς άλλος. Ο «Πατριάρχης» διακατεχόταν από πολυσύνθετες και πολύπλοκες αρετές – οι οποίες είχαν τις καταβολές τους στα νεανικά του χρόνια. Η καινοτόμος σκέψη, η βαθιά μόρφωση, η πίστη στον ολοκληρωτικό αθλητισμό, η διορατικότητα, το αδιάκοπο πάθος, η αυθόρμητη και ειλικρινής ευγενής άμιλλα είναι κάποια από τα στοιχεία που τον ώθησαν να γιγαντώσει τον Σύλλογο Μεγάλο. Ωστόσο, υπάρχει και ένα ακόμη σκέλος της προσωπικότητας του, που τον βοήθησε να παραμένει προσγειωμένος και, εν τέλει, να αφήσει πίσω του ένα κολοσσιαίο, αθάνατο στο πέρασμα του χρόνου, έργο. Πρόκειται για την ταπεινότητά του. Όσο κι αν έχουμε μελετήσει τα πεπραγμένα του ελληνικού αθλητισμού, δεν συναντήσαμε ποτέ ξανά περίπτωση παράγοντα τέτοιου βεληνεκούς, που να είναι τόσο ταπεινός.

Σήμερα που συμπληρώνονται τέσσερις δεκαετίες από τη μέρα που έκλεισε για πάντα τα μάτια, θα φέρουμε στο φως ορισμένα περιστατικά που φανερώνουν την ανιδιοτέλεια του χαρακτήρα του. Κάποια από αυτά τα γεγονότα προέρχονται από την έρευνα που πραγματοποιήσαμε σε ανέκδοτα αρχεία, ενώ ορισμένα άλλα αποτελούν αφηγήσεις ανθρώπων του στενού του οικογενειακού περιβάλλοντος.

Πρόσωπα που τον έζησαν εκ του σύνεγγυς, μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος, θυμούνται έναν άνθρωπο, από το λεξιλόγιο του οποίου απουσίαζε η αντωνυμία «εγώ». Προτιμούσε να εργάζεται πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας. Του αρκούσε να παρακολουθεί, από μακριά, τους καρπούς της σκληρής του εργασίας να ανθίζουν.

Ας μελετήσουμε, λοιπόν, κάποια περιστατικά, που φωτίζουν την απλότητα του «Πατριάρχη».

  • Όσο κι αν τον αναζητεί κανείς σε φωτογραφίες από τις εξέδρες των επισήμων, είναι αδύνατο να τον εντοπίσει. Ο λόγος είναι απλός: σχεδόν πάντοτε, παρακολουθούσε τους αγώνες από την ψηλότερη κερκίδα στη θύρα των φανατικών οπαδών. Συνήθως μόνος. «Παρέα με τα παιδιά μου», όπως αποκαλούσε τους υποστηρικτές του Συλλόγου. Το ίδιο και στο μπάσκετ: στους αγώνες στον Τάφο του Ινδού, καθόταν στα σκαλάκια πίσω από τις μπασκέτες. Η θέση του στις καρέκλες των επισήμων παρέμενε κενή. «Μα Απόστολε, έλα μαζί μας», τον παρακαλούσαν οι υπόλοιποι παράγοντες. Όμως αυτός, τις περισσότερες φορές, αρνούνταν ευγενικά.
  • Κάτι αντίστοιχο συνέβη και όταν ταξίδεψε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1976 στο Μόντρεαλ. Εκεί βρέθηκε με την ιδιότητα του προέδρου της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων, αξίωμα που έλαβε μετά τη δικτατορία. Τιμής ένεκεν, η Ολυμπιακή Επιτροπή τού έβγαλε εισιτήριο Α΄ θέσης, ώστε να καθίσει στις «καλές θέσεις» παρέα με τους υπόλοιπους επισήμους. Ο Νικολαΐδης ωστόσο αρνήθηκε. Αγόρασε ο ίδιος ένα απλό εισιτήριο και έκατσε στο πλευρό φίλων και μελών της οικογένειάς του.
  • Δεν δεχόταν ποτέ προνόμια, ούτε καν τα πιο μικρά. Είναι χαρακτηριστικό πως όταν ο σπουδαίος αθλητικογράφος Γιάννης Διακογιάννης τού προσέφερε δώρο ένα βιβλίο του, ο Νικολαΐδης επέμεινε να το αγοράσει.

  • Τη δεκαετία του ’20, διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό η ταυτότητα του Παναθηναϊκού. Τα χρόνια εκείνα κυκλοφόρησε το μηνιαίο δελτίο του Ομίλου, ένα πρωτοπόρο περιοδικό που έπλασε τον χαρακτήρα του Τριφυλλιού. Ο Νικολαΐδης, παρότι ήταν εκδότης και κύριος αρθρογράφος του περιοδικού, ουδέποτε «διαφήμισε» τον εαυτό του. Ακόμη και σε άρθρα μέσω των οποίων επιχείρησε να κάνει μία βαθιά τομή στο ποδόσφαιρο της εποχής (με καινοτόμα για την εποχή θέματα, όπως π.χ. «ερασιτεχνισμός εναντίον επαγγελματισμού») δεν υπέγραφε με το όνομά του, αλλά με τα αρχικά του, Α.Γ.Ν. (το πατρώνυμό του ήταν Γεώργιος).
  • Παρατηρήστε την παρακάτω φωτογραφία. Είναι από μία σπουδαία παναθηναϊκή γιορτή, την οποία ο ίδιος επιμελήθηκε. Πρόκειται για εορτασμούς των 55 χρόνων του Συλλόγου το 1963. Στην πρώτη σειρά διακρίνεται ο μετέπειτα πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, στη δεύτερη σειρά ο αδικοχαμένος εκδότης της «Βραδυνής» Τζώρτζης Αθανασιάδης, ενώ οι εξαιρετικά παρατηρητικοί ίσως εντοπίσουν τον ιδρυτή Γιώργο Καλαφάτη (τρεις θέσεις δεξιά του Αθανασιάδη). Δείτε τώρα πού κάθεται ο Νικολαΐδης στην τόσο σημαντική για τον ίδιο και για τον Σύλλογο γιορτή… Αφού κόπιασε για να τη διοργανώσει, πλέον παρακολουθεί από απόσταση.

  • Το 1978, σε μία λαμπρή διοργάνωση στο Μέγαρο της Αρχαιολογικής Εταιρείας, «παρέλασε» όλη η μέχρι τότε ιστορία του Παναθηναϊκού: οι ιδρυτές του Ομίλου, οι κορυφαίοι αθλητές, πρόσωπα από τον χώρο των τεχνών, της πολιτικής, των επιστημών. Πρόκειται για τη σημαντικότερη παναθηναϊκή εκδήλωση όλων των εποχών. Εκεί, ο Απόστολος Νικολαΐδης έβγαλε μία συγκλονιστική και συγκινητική ομιλία, η οποία δομήθηκε πάνω στα επιτεύγματα του Συλλόγου Μεγάλου μέσα σε αυτά τα 70 χρόνια. Ανάμεσα στα πολλά που είπε, εστιάζουμε στις εξής λέξεις:

«Πρωταγωνίστησε (σ.σ. ο Παναθηναϊκός) αρχικά στην ίδρυση των Τοπικών Ποδοσφαιρικών Ενώσεων και εν συνεχεία της Ε.Π.Ο., της οποίας την πρώτην προεδρίαν κατέλαβεν εκπρόσωπός του».

Θαυμάστε τη λεπτομέρεια που αναδεικνύει το μεγαλείο του ανδρός: ο «εκπρόσωπός του», που αναφέρει ο Νικολαΐδης, ήταν… ο ίδιος! Εκείνος ήταν ο πρώτος πρόεδρος της Ε.Π.Ο., κάτι που δεν έκρινε σκόπιμο να αναφέρει στην «ομιλία της ζωής του».

Ο Απόστολος Νικολαΐδης ήταν ένα ανήσυχο πνεύμα. Η λέξη «δημιουργία» ήταν χαραγμένη σε όλο του το «είναι». Οικοδομούσε ακατάπαυστα, με ζήλο και αυτοθυσίες, χωρίς να ζητήσει ποτέ το παραμικρό αντάλλαγμα. Η προσωπική του προβολή όχι απλώς δεν τον ενδιέφερε, αλλά, μάλιστα, επεδίωκε το αντίθετο. Δεν ήθελε να φαίνεται. Δεν τον άγγιζε το «μπράβο», ούτε τα αξιώματα. Απωθούσε τους κόλακες.

Ενώ εκείνος χάραξε την πορεία του Παναθηναϊκού για εξήντα χρόνια, και ενώ αυτός ήταν που κατηύθυνε όλες τις εξελίξεις, δεν θέλησε ποτέ να γίνει πρόεδρος του Ομίλου. Και όταν τελικά δέχτηκε να αναλάβει αυτή τη θέση, έπειτα από τη δικτατορία των Συνταγματαρχών, δεν πήρε αυτή την απόφαση για να εκπληρώσει κάποιο απωθημένο, αλλά επειδή θεώρησε ότι αυτός ήταν ο μονόδρομος για να διορθώσει όλα τα κακώς κείμενα που άφησαν πίσω τους οι παράγοντες της «επταετίας».

Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψει κανείς πόσο πολλά προσέφερε στον Σύλλογο Μεγάλο. Ίσως αρκεί το εξής: υπήρξαν τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις που, δίχως τον Νικολαΐδη, ο Παναθηναϊκός θα είχε διαλυθεί. Κυριολεκτικά, χωρίς αυτόν, το Τριφύλλι δεν θα υπήρχε σήμερα.

Στη σημερινή θλιβερή κατάσταση στην οποία έχει καταπέσει ο ελληνικός αθλητισμός, είναι τρανταχτή η απουσία του. Αν ζούσε, είναι βέβαιο ότι θα υπενθύμιζε σε όλους μας τα δύο μεγάλα μηνύματα της ζωής του: πρώτον, πως για να κατακτήσεις την κορυφή, οφείλεις να δώσεις σκληρούς και φαινομενικά άνισους αγώνες. Να ματώσεις, να αντισταθείς, να μη λυγίσεις. Δεύτερον, όταν φτάσεις ψηλά και γευτείς τις χαρές του αθλητισμού, οφείλεις να αποβάλεις κάθε αίσθημα έπαρσης και να παραμείνεις ταπεινός.

 

Ο Απόστολος Νικολαΐδης ήταν ένας απλός άνθρωπος, που χάρη στις τρομερές ικανότητες, στο πάθος και στην αφοσίωσή του, ακτινοβολούσε σεβασμό. Σε τέτοιο βαθμό που θεωρείτο αδιανόητο να τον συναντήσει ένας αθλητής, χωρίς να φοράει επίσημη ενδυμασία. Κάποιοι αθλητές νοίκιαζαν φράκο όταν μάθαιναν ότι πρόκειται να τους συναντήσει. Προσοχή, όμως: αυτόν τον σεβασμό ουδέποτε τον απαίτησε. Τον κέρδισε.